Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Παραμονή σε βουνό



Από τη στήλη «Στο περιθώριο της ζωής»
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ
Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 1968
Χειμώνας σε βουνό. Δεν έχουμε συχνά την ευκαιρία, τώρα που μας έλειψε η Πάρνηθα. Σε απόσταση εκατόν είκοσι περίπου χιλιομέτρων από την Αθήνα, η Στενή της Χαλκίδας. Δυόμιση ώρες το σύνολο της διαδρομής.

Παλιά η γνωριμία μας. Στις πλαγιές της Δίρφυς, την είχαμε χαρεί σε θερινούς μήνες, πάνω στις εξάρσεις του πράσινου και του ατέλειωτου παφλασμού των νερών της. Εδώ δε το «ατελείωτο» δεν έχει την έννοια της ημιτελούς συμφωνίας. Είναι η αδιάκοπη υγρή συμφωνία που εκτελείται χειμώνα-καλοκαίρι σε όλη τη μουσική κλίμακα, από καταρράκτες με αδιάκοπη ροή και από βρύσες χωρίς διακόπτες, που δίχως στιγμή διαλείμματος, χαρίζουν την αφθονία τους όλες τις ώρες του έτους από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός και από νυκτός μέχρι πρωίας.
Το υγρό τραγούδι συνοδεύει τους Στενιώτες από το λίκνο ως την υπόγεια στέγη τους, που και αυτή την υπόκρουση του χειμάρρου έχουν μεταθανάτια συντροφιά τους.
Όπου νερό και βλάστηση. Στα πράσινά της γνωρίσαμε τη Στενή. Γυμνοί τώρα οι πλάτανοι, οι καστανιές, οι συκιές, οι καρυδιές, οι κερασιές, οι βυσσινιές της.
Που και που ο κισσός αγκαλιάζει από κανένα γερό πλάτανο για να τον προστατεύσει με το πράσινο κάλυμμα από την ψύξη.
Το πεύκο ανηφορίζει ως το τελευταίο όριο της αντοχής τους. Επί ένα διάστημα η συνύπαρξη με το έλατο. Ώσπου πέρα από τα  εφτακόσια μέτρα, μόνο αυτό μένει άρχοντας του βουνού, σοβαρός κάτω από το σκούρο του μανδύα.
Πασπαλισμένη με χιόνι η κορυφή του όρους. Έρημος ο χωματόδρομος που οδηγεί σ΄αυτήν. Ποιός αφήνει το χωριό πάνω στις ετοιμασίες της παραμονής; Ούτε οι βοσκοί. Λίγοι ορειβάτες μόνο ανέβηκαν στην κορυφή να κόψουν την πίττα στο καταφύγιό τους.
Στο χωριό εμείς. Με το «δέντρο» του κι αυτό. «Δέντρο» της κοινότητας στη μικρή πλατεία του χωριού. «Δέντρο» στα μαγαζάκια, «Δέντρο» στα σπίτια. Ρίζωσε για καλά το «Δέντρο» στην Ελλάδα. «Δέντρο» και στο ξενοδοχείο μας.
Καθαρό, κόμοδο, λογικό στις τιμές, με τον εορταστικό διάκοσμό του, με το βαθύ τζάκι, όπου πυρπολούμενη και πολύφλογη η ξύλινη σάρκα παραδίδεται στην περίπτυξη της φλόγας.
Χαρούμενα νιάτα γύρω σ, ένα μεγάλο τραπέζι. Αγόρια και κορίτσια. Το νέο κύμα στη ζωηρή αλλά και κόσμια εμφάνισή του. Ζωηρότητα που εκόπαζε στο σημείο πέρα από το οποίο θ΄άρχιζε να γίνεται ενόχληση. Δεν έγινε. Έγινε κρουνός απ΄όπου ανέβλυζε η ιλαρότητα για μας τους άλλους που τους καμαρώναμε και τους ραίνουμε με τις σιωπηλές ευχές μας.
Από ποιες βόρειες χώρες να προέρχονταν τα δύο ζευγάρια των ξένων;
Ωραία, ροδαλά και καλοδεμένα παιδιά. Μ΄ένα βιβλίο στο χέρι, δεν σήκωναν τα μάτια παρά για ανταλλάξουν τις οπτικές τρυφερότητές τους.
Απορία στο εγχώριο πλήρωμα: Νέα παιδιά και να το ρίξουν στην ανάγνωση με τόσο πάθος! Που να φαντασθούν – κι ας διανύουμε – ότι έξω από μας η ανάγνωση είναι σταθερή ψυχαγωγία των ανθρώπων.
Στα πεζούλια, κάτω από τη θωπεία του χειμωνιάτικου ήλιου. Γυναίκες του χωριού με κίτρινες μαντήλες στο κεφάλι, διαλαλούν από τα πεζούλια τα προϊόντα τους.
Μέλι, καστανόχωμα, ραδίκια, φασόλια μαυρομάτικα, φλισκούνι, ρίγανη, τσάι του βουνού, σύκα, καρύδια.
Δεν είναι πλουτοφόρα για τους εκθέτες τα εκθέματα. Αλλά μήπως σας ζήτησαν πλούτη! Δεν ζητούν παρά ν΄αναλώσουν ειρηνικά τις ημέρες τους, ισόβιοι ακροατές της υδάτινης συμφωνικής και του θροΐσματος των πλατάνων.

Π. ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.